Ιαματικός τουρισμός: Από το επιδοματικό παρελθόν σε μια νέα εποχή εμπειριών
Οι προκλήσεις στο δρόμο προς τη μετάβαση σε ένα νέο μοντέλο λειτουργίας
Της ΜΑΡΙΑΣ ΚΟΥΖΟΥΦΗ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
“ΤΥΠΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ”
Ενώπιον σημαντικών προκλήσεων βρίσκεται ο κλάδος του ιαματικού τουρισμού στη χώρα μας, ο οποίος από το επιδοματικό μοντέλο καλείται να περάσει σε μια νέα εποχή, ώστε να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες του «νέου πελάτη» που έχει διαφοροποιηθεί σημαντικά μέσα στην τελευταία 20ετία. Κρίσιμο στοιχείο στον αναγκαίο μετασχηματισμό του κλάδου, ο οποίος ήδη συντελείται, είναι οι υποδομές, οι οποίες σήμερα είναι πεπαλαιωμένες, κουρασμένες και ενεργοβόρες. Το Ταμείο Ανάκαμψης ήταν ναι μεν ένα «Θείο δώρο», πλην όμως «δεν δούλεψε», όπως λέει ο κλάδος και αυτό όχι με ευθύνη του ίδιου του κλάδου ή των δήμων. Στο πλαίσιο αυτό ζητούνται χρηματοδοτικά προγράμματα όπως και εκσυγχρονισμός του θεσμικού πλαισίου, ώστε να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες.
Το σοκ του 2010 και το παρωχημένο θεσμικό πλαίσιο
Ο κλάδος των ιαματικών πηγών όπως και άλλοι κλάδοι της οικονομίας, δέχθηκε ένα τεράστιο σοκ μετά το 2010 με την κατάρρευση του προηγούμενου «επιδοματικού μοντέλου».
Ο Γενικός Γραμματέας του Συνδέσμου Δήμων Ιαματικών Πηγών Ελλάδας (ΣΔΙΠΕ) και αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συνδέσμου Ιστορικών Λουτροπόλεων (ΕΗΤΤΑ), Μάρκος Δανάς, υπενθύμισε ότι η οικονομία των λουτροπόλεων βασιζόταν σε επιδόματα (κοινωνικού τουρισμού, λουτροθεραπείας κλπ) και με την κατάργηση των επιδομάτων, περίπου 60% των υποδομών εγκαταλείφθηκε. Ενδεικτικό της κρίσης είναι ότι, από τα 2,5 εκατομμύρια εισιτήρια το 2010, ο αριθμός έπεσε περίπου στα 900.000 από το 2011. «Πάνω στη λογική του επιδόματος χτίστηκε μια ολόκληρη οικονομία και όταν αυτό σταμάτησε με τη χρεωκοπία, είναι απόλυτα λογικό ο κλάδος να βρεθεί σε κατάσταση σοκ», όπως λέει ο κ. Δανάς.
Επιπλέον, σήμερα, οι επιχειρήσεις λειτουργούν εν μέσω ενός «αναχρονιστικού θεσμικού πλαισίου». Μάλιστα, πρόσφατη υπουργική απόφαση του 2024 του Υπουργείου Τουρισμού για τη λειτουργία των υδροθεραπευτηρίων είναι ακριβώς ίδια με εκείνη του 2009, η οποία ρύθμιζε τη λειτουργία εγκαταστάσεων του 1970 και 1980, γεγονός που δεν μπορεί να καλύψει τις σύγχρονες ανάγκες του κλάδου, όπως λέει στο «ΤyposThes» ο κ. Δανάς.
Ο νέος επισκέπτης και ο ανταγωνισμός του εξωτερικού
Ο κλάδος είναι αντιμέτωπος με τεράστιο ανταγωνισμό, αφού στην Ευρώπη υπάρχουν 12.000 υποδομές που χρησιμοποιούν ιαματικούς φυσικούς πόρους, ενώ στην Ελλάδα λειτουργούν πραγματικά περίπου 20 πηγές.
Ειδικότερα, στην Ελλάδα υπάρχουν μόνο 85 φυσικοί πόροι αναγνωρισμένοι ως ιαματικοί, ενώ η χώρα διαθέτει 750 φυσικές αναβλύσεις θερμού ύδατος. Σήμερα έχουμε 32 ειδικά σήματα λειτουργίας, αν και στην πράξη δουλεύουν γύρω στις 20 πηγές στην Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε ο κ. Δανάς.
Επιπλέον, ο επισκέπτης του 2025 στις λουτροπόλεις δεν έχει σχέση με τον επισκέπτη του 2005, αφού είναι νεότερης ηλικίας και ανήκει στη μεσαία τάξη. Επιπλέον, οι επισκέψεις είναι πλέον συντομότερες (από ώρες έως 1-3 ημέρες) και μετατοπίζονται κυρίως το Φθινόπωρο, το χειμώνα και την Άνοιξη και όχι τους καλοκαιρινούς μήνες. Η κεντρική αλλαγή όμως έχει να κάνει με τις απαιτήσεις του σύγχρονου πελάτη. Παλιά «ήθελε να γίνει καλά», ενώ τώρα «θέλει να περάσει καλά», αναζητά νέα εμπειρίες, καλό φαγητό, περιποίηση σώματος/προσώπου, εναλλακτικές για την οικογένεια, εύκολες κρατήσεις, ολοκληρωμένα πακέτα, βιώματα και φυσικά δυνατότητα για καλαίσθητες φωτογραφίες και ποσταρίσματα των εμπειριών τους στα social media.
Προκλήσεις και εμπόδια
Όμως φαίνεται πως ο Έλληνας έχει έλλειψη θερμαλιστικής κουλτούρας. Σύμφωνα με έρευνα του 2018 το 50% δεν έχει κάνει μπάνιο σε ιαματική πηγή. Παράλληλα εμπόδιο αποτελεί η τρέχουσα οικονομική κατάσταση της μεσαίας τάξης που αποτελεί και την αγορά στόχο.
Επιπλέον, οι εγκαταστάσεις στην Ελλάδα υπολείπονται σε σχέση με τον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό, ενώ υπάρχει έλλειψη στελεχών με τεχνογνωσία, καθώς επιλέγουν καριέρα στα χιλιάδες ξενοδοχεία του μοντέλου «Ήλιος – Θάλασσα», ενώ και οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι προτιμούν να επενδύουν σε αυτό το μοντέλο και πολύ λιγότερο σε εναλλακτικές μορφές τουρισμού.
Το στοίχημα για την επόμενη μέρα του ελληνικού ιαματικού τουρισμού είναι να γίνουν οι υπηρεσίες θελκτικές προσφέροντας ολοκληρωμένη εμπειρία ευεξίας.
Το πρόβλημα της χρηματοδότησης
Με δεδομένο ότι χρειάζονται εκατομμύρια για να φτιαχτεί μια υποδομή σύγχρονων προδιαγραφών και από την στιγμή που αυτά δεν είναι εύκολο να βρεθούν από ιδιώτες επενδυτές, ο κλάδος προσπαθεί να βρει χρηματοδοτικά «πακέτα». «Όταν το κράτος παρ’ όλες τις εκκλήσεις και τη διάθεση συνεργασίας δεν βγάζει χρηματοδοτικά προγράμματα, δεν μπορεί μετά να λέγεται ότι ο κλάδος είναι απαξιωμένος. Είναι απαξιωμένος γιατί δεν τον βοηθάς να “σηκωθεί”», δηλώνει ο κ. Δανάς.
Σημειώνεται ότι την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί κατά την υλοποίηση του προγράμματος του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Τουρισμός υγείας και ευεξίας με την αξιοποίηση ιαματικών πηγών» περιέγραψε αναλυτικά στο Ετήσιο Τακτικό Συνέδριο της ΚΕΔΕ στην Αλεξανδρούπολη που έγινε τον περασμένο μήνα, ο Αντώνης Γκουντάρας Δήμαρχος Αγιάς, Αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Δήμων Ιαματικών Πηγών Ελλάδας (ΣΔΙΠΕ) και μέλος του ΔΣ και Προέδρου Επιτροπής Συγχρηματοδοτούμενων Προγραμμάτων της ΚΕΔΕ, ενώ το θέμα φέρνουν στη Βουλή με ερώτησή τους προς την Υπουργό Τουρισμού, Όλγα Κεφαλογιάννη, ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος και η επικεφαλής του ΚΤΕ Τουρισμού του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, Παύλος Γερουλάνος και Κατερίνα Σπυριδάκη, επισημαίνοντας ότι ένα εθνικά κρίσιμο αναπτυξιακό κεφάλαιο, όπως οι ιαματικές πηγές και οι λουτροπόλεις, κινδυνεύει να χαθεί εξαιτίας των αστοχιών στον σχεδιασμό και την υλοποίηση του προγράμματος.
Όπως επισημαίνεται, η αρχική εξαγγελία του 2023 για χρηματοδότηση ύψους 27 εκατ. ευρώ μειώθηκε τον Μάιο του 2024 στα 21 εκατ. ευρώ και τελικά στην προκήρυξη της 29ης Ιουλίου 2024 περιορίστηκε στα 15,88 εκατ. ευρώ. Παράλληλα, η προθεσμία υποβολής προτάσεων περιορίστηκε μόλις σε 45 ημέρες εντός της θερινής περιόδου, για ένα εξαιρετικά απαιτητικό τεχνικό και αδειοδοτικό πρόγραμμα.
Αποτέλεσμα αυτών των επιλογών ήταν να κατατεθούν μόλις 10 προτάσεις πανελλαδικά, συνολικού ύψους 13,77 εκατ. ευρώ. Η δε αξιολόγησή τους, αν και η επιτροπή συγκροτήθηκε τον Οκτώβριο του 2024, ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 2025, σχεδόν δέκα μήνες αργότερα… Τελικά εγκρίθηκαν 9 έργα, αλλά με δραστικές περικοπές, περιοριζόμενα στα 7,5 εκατ. ευρώ, ενώ η κρατική επιχορήγηση διαμορφώθηκε μόλις στα 3,9 εκατ. ευρώ, τονίζουν οι βουλευτές.
Όπως είπε ο κ. Γκουντάρας στο συνέδριο της ΚΕΔΕ, επειδή ο κίνδυνος απένταξης των έργων είναι ορατός, όχι από ευθύνη των Δήμων αλλά από την απίστευτη καθυστέρηση της αξιολόγησης και της πολυπλοκότητας της πρόσκλησης πρέπει:
Να μεταφερθούν στο ΕΣΠΑ τα έργα που δεν θα καταφέρουν να ολοκληρωθούν μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης
Να ενταχθούν τα έργα που δεν θα καταφέρουν να ολοκληρωθούν μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης αλλά και όλα αυτά που δεν κατάφεραν να υποβληθούν σε ένα Ειδικό Αναπτυξιακό Πρόγραμμα Δήμων, με συγχρηματοδότηση από εθνικούς και τραπεζικούς πόρους (π.χ. Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων), για έργα υποδομών και τοπικής ανάπτυξης, όπως αναφέρεται ρητά στο κείμενο των συμπερασμάτων του Ετήσιου Τακτικού Συνεδρίου της ΚΕΔΕ στην Αλεξανδρούπολη.
