Πώς η κλιματική επηρεάζει τις ποικιλίες κρασιού

Η ζέστη, ο παρατεταμένος καύσωνας και η λειψυδρία αφήνουν τα… σημάδια τους στα αμπέλια

*Της Λεμονιάς Βασβάνη

Από την έντυπη έκδοση

“Τύπος Θεσσαλονίκης”

Το κλίμα αλλάζει με θερμότερα καλοκαίρια, μεγάλες περιόδους καύσωνα, αλλά και ενίοτε έντονα πλημμυρικά φαινόμενα.

Πώς αυτό αποτυπώνεται στο κρασί; Τι πρέπει να κάνουν οι παραγωγοί για να μην έχουν απώλειες;

 «Το αμπέλι πλήττεται με δύο τρόπους: από την πρώτη περίοδο ανόδου της θερμοκρασίας, πριν φτάσουμε στις σημερινές ακραίες καιρικές συνθήκες, μετατοπίζονταν το άριστο εύρος των συνθηκών για καλή ωρίμανση και έκφραση κάθε ποικιλίας που δίνει πχ τον αρωματικό χαρακτήρα κλπ. Σταδιακά οι ποικιλίες άρχισαν να ωριμάζουν αντί για τον Σεπτέμβριο, σχεδόν ένα μήνα πριν. Αυτό παράλληλα άλλαξε τις συνθήκες με τις οποίες ωρίμαζαν οι ποικιλίες. Χάνονταν κάποια χαρακτηριστικά τους ή έβγαζαν άλλα χαρακτηριστικά. Μιλάμε για την εποχή από τα τέλη του ‘90 μέχρι και τις αρχές του 2000.

Σήμερα έχουμε πιο δύσκολη κατάσταση δεν μιλάμε μόνο για αυτό αλλά και για ακραίες θερμοκρασίες πχ παρατεταμένος καύσωνας. Αυτό βλάπτει το αμπέλι, όπως επίσης και η λειψυδρία παρότι θεωρητικά μπορεί να μεγαλώσει και χωρίς νερό. Τα δύσκολα κλιματικά φαινόμενα μπορούν να ζημιώσουν και την παραγωγή, ή να προκαλέσουν εγκαύματα στα σταφύλια. Βλέπουμε σε περιοχές όπως πχ η Σαντορίνη αμπελώνες που παρακμάζουν ή τα φυτά τους να έχουν πληγεί. Η παραγωγή μπορεί να επηρεαστεί από το πόσο ζεστά είναι τα εδάφη. Όλα σχετίζονται με την εκάστοτε ποικιλία που καλλιεργείται και το έδαφος που αυτή φυτεύεται», ανέφερε στο «ΤyposThes » ο Καθηγητής Αμπελουργίας στο ΑΠΘ κ. Στέφανος Κουνδουράς.

Όπως εξήγησε: «κάθε ποικιλία είναι και μια ξεχωριστή περίπτωση. Άλλες αντέχουν περισσότερο στην ζέστη ή την λειψυδρία και άλλες έχουν άμεση ζημιά. Υπάρχουν ποικιλίες που μπορεί να είναι καταλληλότερες, όμως καμία δεν έχει απεριόριστες αντοχές. Αυτή την στιγμή υπάρχουν περισσότερες από 10.000 γηγενείς ποικιλίες. Στη χώρα μας μπορεί να καλλιεργούνται πχ 200. Και σίγουρα δεν ξέρουμε τα πάντα γύρω από αυτές. Όμως περιοχές που είναι συνδεδεμένες με κάποιες ποικιλίες είναι λίγο δύσκολο να αντικατασταθούν οι καλλιέργειές τους. Πχ η Σαντορίνη είναι γνωστή για το Ασύρτικό της. Αυτή είναι μια ευαίσθητη ποικιλία. Όμως είναι ταυτισμένη με την συγκεκριμένη περιοχή. Και έπειτα το να φέρεις πχ σε μια περιοχή μια ξένη ποικιλία δεν είναι εύκολο εγχείρημα. Στις μέρες μας γίνεται μεγάλη έρευνα για τις καλλιεργητικές πρακτικές, πώς αλλάζοντας την άρδευση ή τεχνικές και τεχνολογίες μπορούμε να βοηθήσουμε, χωρίς αλλαγές ποικιλιών. Όλα βέβαια έχουν κάποιο όριο».

Απαντώντας σε ερώτηση για τη Βόρεια Ελλάδα σχολίασε πως λόγω των πιο ήπιων κλιματικών συνθηκών το ζήτημα με τις καλλιέργειες είναι σε καλύτερη κατάσταση. «Εδώ έχουμε περισσότερο ήπιες κλιματικές συνθήκες. Τα φαινόμενα δεν είναι τόσο ακραία. Και πέρυσι και πρόπερσι με τις μεγάλες ζέστες η παγκόσμια παραγωγή κρασιού μειώθηκε και είδαμε αλλαγές. Όμως στη Μακεδονία δεν ήταν τόσο έντονες γιατί έχει αποθέματα νερού, πιο γόνιμα εδάφη και πιο ευνοϊκές συνθήκες», τόνισε ο καθηγητής.

Οι δύο νέες τάσεις στις καλλιέργειες

Από την πλευρά του ο Άρης Τσέλεπος, πρόεδρος της Ένωσης Οινοπαραγωγών Αμπελώνων Πελοποννήσου (ΕΝΟΑΠ) δήλωσε στον “ΤyposThes”: «Είναι προφανές πως υπάρχει αλλαγή στις κλιματικές συνθήκες την τελευταία 5ετία. Θεωρώ ότι θα επικρατήσουν δύο βασικές τάσεις: οι παραγωγοί θα ψάξουν να πάνε σε όσο το δυνατόν ψηλότερα υψόμετρα, όπου αυτό είναι δυνατό. Επίσης σε λίγα χρόνια δεν θα υπάρχουν περιοχές στη χώρα που να μπορούν να είναι παραγωγικές χωρίς να υπάρχει δυνατότητα για κάποιο πότισμα. Αυτό που βλέπω ως παραγωγός είναι ότι το πότισμα έχει γίνει απαραίτητο και πχ στην Σαντορίνη που εκεί είναι αναγκαίο αυτή την στιγμή, αλλά και στη Νεμέα που έχει ένα θερμό κλίμα και σε μικρότερη κλίμακα ίσως χρειαστεί και στην Μαντινεία».

Ο ίδιος μιλώντας στο πλαίσιο εκδήλωσης για τις «Σπάνιες ποικιλίες της Πελοποννήσου» που έγινε προχθές στο Μακεδονία Παλλάς στη Θεσσαλονίκη σε διοργάνωση της Wine Style αναφέρθηκε σε ποικιλίες όπως η Κυδωνίτσα «που είναι ανθεκτικές στην ζέστη και μπορούν να ευνοηθούν από τις νέες κλιματικές συνθήκες. Καλή προσαρμογή έχει και η Νεμέα. Αλλά και το Ασύρτικο δίνει καλά αποτελέσματα».

Εστιάζοντας στη χώρα μας είπε πως «στις εξαγωγές το Ασύρτικο είναι η ναυαρχίδα του ελληνικού κρασιού. Όχι μόνο από την Σαντορίνη αλλά και από άλλες περιοχές. Η Κυδωνίτσα έχει γίνει trent στην Ελλάδα, αλλά θεωρώ πως έχει όλα τα εχέγγυα στο άμεσο μέλλον να αποτελέσει μια δυνατή εξαγωγική ποικιλία».

Στη Μακεδονία έχουν γίνει κάποιες προσπάθειες για καλλιέργεια αυτής της ποικιλίας. «Δεν έχουμε εξερευνήσει ακόμα την δυναμική της. Θεωρώ όμως ότι σε πιο θερμές περιοχές, μπορεί να έχει πολύ καλή προσαρμογή», ανέφερε ο κ. Τσέλεπος, για να προσθέσει πως ποικιλίες όπως το Αγιωργίτικο και η Μαλαγουζιά καλλιεργούνται σε πολλά μέρη της χώρας μας.