Κ. Μάλαμα : Το αναπηρικό κίνημα ανέμενε πολλά περισσότερα και στο ζήτημα της πραγματικής ισότητας και στο θέμα της πρόσβασης στο αγαθό της δικαιοσύνης

Εισήγηση επί των άρθρων του σχεδίου νόμου “Αρχή της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, επικαιροποίηση της ορολογίας του Αστικού Κώδικα, του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, του Ποινικού Κώδικα, του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, του Κώδικα Συμβολαιογράφων και του ν.4478/2017, για την εναρμόνισή της με τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία που κυρώθηκε με τον ν.4074/2012 και λοιπές διατάξεις για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη των ατόμων με αναπηρία”. Διαρκής Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης. 13.2.2023

Ευχαριστώ κύριε Πρόεδρε, κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι βουλευτές, ακούσαμε με προσοχή τις τοποθετήσεις των φορέων επί του νομοσχεδίου και το γενικό συμπέρασμα που θα πρέπει να συγκρατήσουμε από τις παρατηρήσεις τους είναι ότι, ναι μεν οι διακηρυγμένοι στόχο του νομοσχεδίου είναι πάνδημα αποδεκτοί, όμως η διαδρομή μέχρι να τους προσεγγίσει η Πολιτεία είναι εξαιρετικά μακρά και δύσκολη. Συνεπώς, αν θα έπρεπε να απαντήσουμε και σε όσα έθεσε ο κύριος Υφυπουργός στην πρώτη τοποθέτηση του, θα λέγαμε ότι το αναπηρικό κίνημα ανέμενε πολλά περισσότερα από όσα τελικά έφερε σε πέρας αυτή η κυβέρνηση και στο ζήτημα της πραγματικής ισότητας και στο θέμα της πρόσβασης στο αγαθό της δικαιοσύνης.

Ως προς τις παρατηρήσεις μας επί των άρθρων, θα ήθελα να ξεκινήσω από το άρθρο 3, το οποίο αποτελεί, υποτίθεται, την θεσμοθέτηση δια νόμου της αρχής των ίσης πρόσβασης σε θεμελιώδη δικαιώματα για τα άτομα με αναπηρία. Θεσμοθετεί το άρθρο την ίση μεταχείριση των ατόμων με αναπηρία στην κοινωνική προστασία, στις κοινωνικές παροχές και τις φορολογικές διευκολύνσεις, στην εκπαίδευση και στα βασικά βιοτικά αγαθά. Όμως, για την εφαρμογή αυτής της γενικής αρχής προβλέπεται η έκδοση ενός Προεδρικού Διατάγματος, με την συμμετοχή επτά συναρμόδιων Υπουργείων. Όπως, λοιπόν, γίνεται αντιληπτό, είναι απολύτως απίθανο να εκδοθεί αυτό το Προεδρικό Διάταγμα μέσα στις λίγες ημέρες που μας απομένουν μέχρι τις εκλογές.

Συνεπώς, το άρθρο 3 θα μείνει κενό γράμμα στην παρούσα κυβερνητική θητεία. Στο σημείο αυτό εστιάζει, άλλωστε κι η κριτική μας για το νομοσχέδιο, λέγοντας ότι έχει οσμή προεκλογικής παροχολογίας, ενώ στην πραγματικότητα τι κάνει; Έναν νομοτεχνική ελιγμό για να εμφανίσει την κυβέρνηση ευαίσθητη απέναντι στους συμπολίτες μας με αναπηρία ή με χρόνια πάθηση, με τρόπο όμως που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ανέξοδος. Εμείς λέμε ότι θα πρέπει άμεσα να προστεθούν οι δράσεις που σχεδιάζονται, μέσα στο άρθρο, φέρνοντας μια αναλυτική νομοτεχνική βελτίωση, ή θα πρέπει να δοθούν, αν μη τι άλλο, σε δημόσια διαβούλευση, ώστε να δούμε τουλάχιστον ποιοι είναι οι σχεδιασμοί κι αν υπάρχουν τελικά.

Πάμε τώρα στα άρθρα που αλλάζουν τους Κώδικες σε σχέση με την ορολογία που χρησιμοποιείται για την αναπηρία. Είπαμε επί της αρχής ότι είμαστε απολύτως θετικοί σε κάθε μέτρο, σε κάθε παρέμβαση που καταπολεμά στερεοτυπικές αντιλήψεις, αντιεπιστημονικές θεωρήσεις και συμβάλλει στην εξάλειψη της αναπηροφοβίας.

Ακούσαμε από τον υφυπουργό, στην πρώτη συνεδρίαση, να λέει, με ύφος δεικτικό μάλιστα, ότι η δουλειά που έγινε ήταν κοπιώδης, εργάστηκε μια επιτροπή για τις αλλαγές αυτές, στην οποία συμμετείχε, όπως ανέφερε κι εκπρόσωπος της Εθνικής Συνομοσπονδίας των Ατόμων με Αναπηρία.

Λάβαμε, όμως το πολυσέλιδο υπόμνημα της ΕΣΑμεΑ και διαπιστώσαμε ότι επισημαίνει δεκάδες παρατηρήσεις πολύ σοβαρές, που καταδεικνύουν ότι διατηρούνται αντιεπιστημονικά στερεότυπα και στις νέες διατυπώσεις. Λέει λοιπόν η ΕΣΑμεΑ ότι όροι, για παράδειγμα, όπως “μη ομιλών κωφός”, ο οποίος αντικαθιστά τον αναχρονιστικό όρο κωφάλαλος είναι εξίσου εσφαλμένοι.

Λέει επίσης για παράδειγμα ότι στο άρθρο 18 η διατύπωση στερεί από τα άτομα με νοητική αναπηρία κι όχι από τους ασθενείς διανοητικά όπως λάθος λέτε, ή τους κωφούς ή τους ανθρώπους με σοβαρή αναπηρία λόγου, από το δικαίωμα να είναι ένορκοι σε μία δίκη.

Αυτό αντιβαίνει στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Άτομα με Αναπηρία. Και σας ρωτάμε γιατί υπήρξε αυτή η προχειρότητα και γιατί, αφού λέτε ότι είστε ευαισθητοποιημένοι στην αρχή της ίσης μεταχείρισης, δεν καταργείτε αυτή την απαράδεκτη διάταξη. Ρωτάμε, λοιπόν, κύριε υπουργέ, γιατί αυτή η προχειρότητα και γιατί αυτή η διακριτή μεταχείριση των ατόμων με αναπηρία. Ή η δουλειά την νομοπαρασκευαστικής αυτής επιτροπής δεν ήταν η δέουσα ή εσείς δεν υιοθετήσατε τις προτάσεις της. Τι ακριβώς συνέβη;

Έχει πολύ μεγάλη σημασία γιατί εδώ φαίνεται ότι υπάρχει ένας απαράδεκτος εμπαιγμός που αν οφείλεται σε λάθος βιασύνης θα πρέπει άμεσα να φέρετε νομοτεχνική βελτίωση που να το διορθώνει. Αν πάλι είναι η άποψη σας ότι τα άτομα με αναπηρία δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται ισότιμα από τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας να βγείτε να το πείτε και να κριθείτε για αυτό.

Να δούμε τώρα το ζήτημα της πρόσβασης στη δικαιοσύνη, για το οποίο ο υφυπουργός στην πρώτη συνεδρίαση σχεδόν θριαμβολόγησε λέγοντας ότι έχει εκπονηθεί μελέτη για την προσβασιμότητα στα δικαστικά μέγαρα της χώρας. Θα την θέλαμε αυτή τη μελέτη, αν την έχει κάποιος να μας την καταθέσει για να δούμε τι έχει προβλεφθεί και πως προχωράει η υλοποίηση της. Αυτό είναι το πρώτο ζήτημα.

Το δεύτερο θέμα είναι το εξής. Όταν λέμε ότι πρέπει να διασφαλιστεί η πρόσβαση στη δικαιοσύνη για τα άτομα με αναπηρία, εκτός από το ζήτημα της προσβασιμότητας στο χώρο των δικαστηρίων, εννοούμε και πολλά άλλα πράγματα. Για παράδειγμα, πως διασφαλίζεται ότι ένας κωφός συμπολίτης μας μπορεί να παρακολουθήσει μία δίκη. Πως μπορεί ένας συμπολίτης μας με πρόβλημα όρασης να έχει πρόσβαση σε μια δικογραφία που τον αφορά. Εκεί έχουμε κάποια μελέτη;

Ακούμε για την ψηφιοποίηση των εγγράφων. Αυτό θα ήταν μια πρόοδος στην πρόσβαση στα δικαστικά έγγραφα για τα άτομα με μειωμένη όραση, με δεδομένες τις δυνατότητες της τεχνολογίας και τις υπολογιστικές εφαρμογές.

Η διασφάλιση υπηρεσιών νοηματικής σε μια δίκη επίσης θα πρέπει να είναι στόχος. Τι κάνει το νομοσχέδιο για όλα αυτά; Ορίζει έναν δικαστικό υπάλληλο με το άρθρο 22 για την εξυπηρέτηση των ατόμων με αναπηρία σε κάθε δικαστήριο. Ενώ, με το άρθρο 25 θεσπίζεται η συμβουλευτική βοήθεια σε σχέση με το σύστημα της νομικής βοήθειας σε άτομα με αναπηρία από τους εισαγγελείς και τους προέδρους υπηρεσίας των κατά τόπο δικαστηρίων ή σωφρονιστικών καταστημάτων.

Εδώ θα πρέπει να προσέξουμε και να αποσαφηνίσουμε το πως θα δίνεται αυτή η βοήθεια στην πράξη, με δεδομένο ότι πολλές φορές δεν είναι εφικτή για πρακτικούς λόγους η πρόσβαση στην προσωπική επαφή με τους συγκεκριμένους λειτουργούς. Ως προς το θέμα της πρόσβασης στη νομική βοήθεια για τα άτομα με αναπηρία, προφανώς κι είναι ένα θετικό βήμα, όμως θα πρέπει να προβληματιστούμε συνολικά ως προς το ζήτημα της συνέπειας της Πολιτείας απέναντι στο θεσμό. Το ζητούμενο είναι ο θεσμός να λειτουργεί, το κράτος να είναι συνεπής στις υποχρεώσεις του και η νομική βοήθεια να καλύπτει το σύνολο των αναγκών, κάτι που σήμερα δεν είναι επ’ ουδενί δεδομένο.

Κλείνοντας θα ήθελα να επαναλάβω ότι ενώ σε επίπεδο διακηρύξεων και προθέσεων το νομοσχέδιο κινείται σε μια ορθή κατεύθυνση, οι διατάξεις του, όπως είναι διατυπωμένες, απομειώνουν το εύρος του, το καθιστούν γενικόλογο και σε ορισμένες περιπτώσεις αναπαράγουν την οπισθοδρομικότητα και την αναπηροφοβία, όπως στο άρθρο 18, την οποία υποτίθεται ότι θεραπεύουν. Σας ευχαριστώ.