Στροφή σε προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας στα σούπερ μάρκετ
– Πόσο πιο φθηνά είναι
Το μερίδιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας στην αγορά προσεγγίζει πλέον το 20%
Αυξημένο ακόμη και κατά 6,6 ποσοστιαίες μονάδες είναι το μερίδιο αγοράς σε ορισμένες κατηγορίες προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας σε σύγκριση με πέρυσι, ενδεικτικό της στροφής ολοένα και περισσότερων καταναλωτών στις φθηνότερες επιλογές από το σούπερ μάρκετ.
Πλέον, ακόμη και σε κατηγορίες στις οποίες πριν από ένα χρόνο το μερίδιο αγοράς των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτα ήταν κοντά στο 10% και σίγουρα κάτω από 15%, πλέον πλησιάζει το 20%. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το γάλα, οι κατεψυγμένες ζύμες, το κατεψυγμένο κοτόπουλο, με τα μερίδια αγοράς των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας να κυμαίνονται στα επίπεδα πλέον του 18%-19%, χωρίς μάλιστα να υπάρχει -μέχρι στιγμής τουλάχιστον- κάποια ένδειξη συρρίκνωσης των μεριδίων αυτών.
Σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας ερευνών αγοράς Circana που παρουσιάζει σήμερα αποκλειστικά το kathimerini.gr σε 20 από τις πλέον βασικές κατηγορίες ειδών σούπερ μάρκετ (σ.σ. δεν περιλαμβάνονται τα στοιχεία πωλήσεων της εκπτωτικής αλυσίδας Lidl) το μερίδιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας έχει αυξηθεί σε σύγκριση με έναν χρόνο πριν από 2,7 (χαρτί υγείας) μέχρι 6,6 ποσοστιαίες μονάδες (συσκευασμένο κατεψυγμένο κρέας). Το γεγονός δε ότι στο χαρτί υγείας η αύξηση του μεριδίου είναι συγκριτικά μικρή, «κρύβει» το γεγονός ότι πρόκειται για την κατηγορία εκείνη με το υψηλότερο μερίδιο ιδιωτικής ετικέτας, που πλέον φτάνει στο 73,1% από 70,4% το 2022. Όσο για το συσκευασμένο κατεψυγμένο κρέας; Το μερίδιο της ιδιωτικής ετικέτας πλησιάζει πλέον το 36% από 29,3% που ήταν ένα χρόνο πριν. Σε μία από τις πλέον βασικές κατηγορίες, το λευκό γάλα, το μερίδιο της ιδιωτικής ετικέτας έχει φτάσει πλέον το 18,1%, αυξημένο κατά 4,1 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση πέρυσι. Πάνω από 20% είναι το μερίδιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας στις ακόλουθες κατηγορίες: ελαιόλαδο 21,7% (από 16,2% πέρυσι), πάνες ακράτειας 22,3% (από 18% πέρυσι), κέτσαπ 24,4% (από 19,2% πέρυσι), αλεύρι 20,2% (από 16,5% πέρυσι), χλωρίνη 20,6% από 16,7%, αλλαντικά 28,7% (από 24,1% πέρυσι). Πάνω από 30% είναι το μερίδιο της ιδιωτικής ετικέτας στις κατηγορίες των οσπρίων (46,1%), του συσκευασμένου κατεψυγμένου κρέατος (35,9%), της κρέμας γάλακτος (30,8%), του ρυζιού (39,1%), της τροφής για σκύλους (32,9%), του χαρτιού υγείας (73,1%), της ντομάτας σε κονσέρβα (35,1%).
Και μπορεί το μερίδιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας να είναι στην Ελλάδα χαμηλό σε σύγκριση με χώρες της βόρειας και κεντρικής Ευρώπης, όμως αυτή τη φορά, σε αντίθεση με ό,τι συνέβη την προηγούμενη δεκαετία στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας φαίνεται ότι ήρθαν για να μείνουν στο «καλάθι» πολλών νοικοκυριών και να κατακτήσουν σε αρκετές περιπτώσεις μία μόνιμη θέση στα ντουλάπια και στα ψυγεία των σπιτιών. Υπενθυμίζεται ότι το μερίδιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας το 2022 διαμορφώθηκε σε 16,3% (χωρίς τη Lidl) από 14,8% το 2021, ενώ στο 1ο τρίμηνο του 2023 είχε διαμορφωθεί σε 17,70%. Σύμφωνα δε με τα στοιχεία της NielsenIQ το 2022 το μερίδιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, συμπεριλαμβανομένων των πωλήσεων της Lidl, έφτασε το 23,8%, ενώ στο α’ δίμηνο του 2023 είχε πλέον ξεπεράσει το 25%.
Τα υψηλότερα μερίδια αγοράς στην Ευρώπη καταγράφονται, σύμφωνα με την PLMA (Private Label Manufacturers Association – Σύνδεσμος Παρασκευαστών Ιδιωτικής Ετικέτας) στην Ελβετία (51,6%), στην Ολλανδία (44%), στην Ισπανία (43,3%), στο Ηνωμένο Βασίλειο (42,7%), στη Γερμανία (39,5%), στην Πορτογαλία (39%). Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Circana το μερίδιο αγοράς των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας ανέρχεται πλέον στην Ευρώπη σε 38%, με την αξία τους να εκτιμάται σε 229 δισεκατομμύρια ευρώ.
Οι Έλληνες παραδοσιακά θεωρούνται λαός που προτιμά τις μάρκες, χαρακτηριστικό που συναντάται κυρίως στις ΗΠΑ, όπου όμως πλέον κι εκεί καταγράφεται σημαντική άνοδος στο μερίδιο της ιδιωτικής ετικέτας (18,2% το 2022 με την εκτίμηση ότι μες στη διετία θα φτάσει το 22,6%).
Οι ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις ήταν ο βασικός λόγος για τον οποίο στράφηκαν οι καταναλωτές στην Ελλάδα στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας την περασμένη χρονιά και συνεχίζουν και φέτος. Κι αυτό, διότι αν και στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας καταγράφηκαν μεγαλύτερες, ποσοστιαία ανατιμήσεις, σε σύγκριση με αυτές στα αντίστοιχα επώνυμα προϊόντα, τα πρώτα παραμένουν σημαντικά φθηνότερα. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Circana αποκλειστικά για το kathimerini.gr για 20 βασικές κατηγορίες ειδών σούπερ μάρκετ η απόκλιση της μέσης τιμής κυμαίνεται από 3,6% έως 50,9%.
Στο γάλα, μία από τις πλέον βασικές κατηγορίες προϊόντων που τα νοικοκυριά αγοράζουν πολύ συχνά, η μέση τιμή για το ιδιωτικής ετικέτας είναι 1,10 ευρώ, ενώ για το επώνυμο 1,72 ευρώ/λίτρο, «ψαλίδα» δηλαδή 62 λεπτών ή 36,2%. Ακόμη και δύο φορές την εβδομάδα να αγοράζει γάλα ένα νοικοκυριό, εάν επιλέγει το ιδιωτικής ετικέτας έχει εξοικονομήσει 60 ευρώ σε ένα χρόνο. Στο ελαιόλαδο καταγράφεται διαφορά στην τιμή της τάξης περίπου των 3 ευρώ, στο συσκευασμένο ψωμί 51 λεπτά ή 31,6%, στα αλλαντικά επίσης 51 λεπτά ή 20,3%, στις κατεψυγμένες ζύμες 72 λεπτά ή 24,9%, ενώ πλέον ένα μπουκάλι χλωρίνη κοστίζει κατά μέσο όρο 0,96 ευρώ εάν είναι ιδιωτικής ετικέτας με την τιμή της επώνυμης να φτάνει στο 1,95 ευρώ. Κατά 43% φθηνότερο είναι ένα κιλό αλεύρι με το ιδιωτικής ετικέτας να έχει μέση τιμή 0,86 ευρώ και το επώνυμο 1,50 ευρώ.
Ένα «καλάθι» με προϊόντα από τις 60 βασικές κατηγορίες ειδών σούπερ μάρκετ κοστίζει 206,24 ευρώ εάν πρόκειται για επώνυμα, ενώ το αντίστοιχο «καλάθι» με προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας κοστίζει 138,46 ευρώ, μια διαφορά 67,74 ευρώ, η οποία κάθε άλλο παρά αμελητέα. Εξηγεί δε σε μεγάλο βαθμό την αύξηση της διείσδυσης των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας στα νοικοκυριά στην Ελλάδα.
Αν και παράγοντες της αγοράς στην Ελλάδα εκτιμούν ότι η αύξηση των μεριδίων της ιδιωτικής ετικέτας στην Ελλάδα είναι συγκυριακό και πρόσκαιρο φαινόμενο, υπάρχουν ενδείξεις ότι πλέον, σε αντίθεση με άλλες περιόδους, η αγορά αυτών των προϊόντων αποτελεί μία πιο μόνιμη καταναλωτική συνήθεια. Η βελτίωση του περιεχομένου και των συσκευασιών, η ύπαρξη κωδικών ιδιωτικής ετικέτας σχεδόν σε κάθε κατηγορία, η διαφοροποίησή τους σε πολύ φθηνά, αλλά και premium, αλλά και το γεγονός ότι οι νεότερες ηλικίες και δη η Gen Z τα προτιμά, είναι στοιχεία που δείχνουν ότι η κατάσταση είναι αυτή τη φορά αρκετά διαφορετική.
Πηγή: kathimerini