Χαλκιδική: Ημερολόγιο Καλοκαιριού

Γράφει ο  Νεκτάριος Καλαντζής*

Φθάνοντας με την πρωινή πτήση στο αεροδρόμιο ‘’Μακεδονία’’ της Θεσσαλονίκης, αναχωρώ αμέσως για μια περιήγηση στα μυστικά της Χαλκιδικής. Μια περιοχή που δεν είχα επισκεφθεί ως τώρα, παρά για πολύ λίγο το πρώτο πόδι πριν χρόνια, που θυμάμαι τα Μουδανιά και την διώρυγα της Ποτίδαιας , με τελικό προορισμό την Καλλιθέα και  με μια γρήγορη βόλτα στο εντυπωσιακό Σάνη, ένα από τα ομορφότερα και πολυτελή  ξενοδοχεία στη χώρα, με πλήθος εστιατορίων, δραστηριοτήτων και που μπορεί κάποιος  να βρει εκεί σχεδόν τα πάντα.

Όμως, τέλη καλοκαιριού, δεν επέλεξα να βουτήξω σε μια από τις παραλίες του πρώτου ποδιού της Χαλκιδικής, στην περιοχή της Κασσάνδρας, όπως στη Σίβηρη, στο Ποσείδι, στη Φούρκα, στην Κρυοπηγή, στο Πευκοχώρι , στη Χανιώτη ή στο εντυπωσιακό Παλιούρι, αλλά να ανακαλύψω ολόκληρο το δεύτερο πόδι ως τις αρχές του τρίτου, στα όρια του Αγίου Όρους

Το road trip στη Χαλκιδική ξεκινάει από τα Βασιλικά, τα Γαλάτιστα, φθάνοντας στην διοικητική πρωτεύουσα του νομού, τον Πολύγυρο, που αν δεν είχε τις υπηρεσίες, σίγουρα δεν μπορεί να προσελκύσει κάποιον επισκέπτη και αναχωρώ προς την παραλία της Γερακινής, για να ανακαλύψω αυτό που λένε οι Θεσσαλονικείς, πως σαν την Χαλκιδική δεν έχει !

Από εκεί κατευθύνομαι παραλιακά με προορισμό τη διάσημη και τουριστική Νικήτη. Αν και με αέρα την μέρα που την επισκέφθηκα, οι παραλία της Νικήτης ήταν η αρχή για να καταλάβω γιατί τα νερά της Χαλκιδικής έχουν αυτό το τιρκουάζ  χρώμα και γιατί οι παραλίες της, θεωρούνται μοναδικές.

Για το δεύτερο πόδι μου είχαν πει θα βρεις παραλίες πνιγμένες στο πράσινο, γαλαζοπράσινα νερά και όχι τόσο κόσμο και νεολαία, όπως στις παραλίες του πρώτου ποδιού. Τελικά ίσχυαν. Εντυπωσιάζομαι από τις παραλίες, όπως αυτή της Καλογριάς και της Ελιάς και καταλαβαίνω γιατί στη Βουρβουρού θα θες να περάσεις όλο το καλοκαίρι εκεί, βλέποντας αυτούς που πάνε στα νησιά υποτιμητικά, σαν να εννοείς πως σαν την Χαλκιδική δεν έχει.

Περνώντας τον Ν. Μαρμαρά, ψάχνω να βρω ακόμη μια μικρή παραλία από τις τόσες, για βουτιά και λίγο μετά εντυπωσιάζομαι από το επιβλητικό Πόρτο Καρράς, ένα ξενοδοχείο που στις δόξες του, όμοιό του δεν υπήρχε. Με την εκπληκτική παραλία, πνιγμένο στο πράσινο, με τη μαρίνα και τη βίλα Γαλήνη που έχει φιλοξενήσει πολλές διασημότητες και κυρίως με τον αμπελώνα του, που τα φημισμένα του κρασιά θεωρούνται από τα καλύτερα στη Βόρεια Ελλάδα.

Περνώντας αλλεπάλληλους μικρούς κολπίσκους, φθάνω στο όμορφο Πόρτο Κουφό, που το ακολουθούν μύθοι, σχεδόν στη μύτη του δεύτερου ποδιού και αρχίζω να ανεβαίνω στο Καλαμίτσι, μετά στη Σκάλα Συκιάς και κάθομαι για καφέ στη Σάρτη, μπροστά στη θάλασσα, με τον αέρα να εκδηλώνει αισθητά την παρουσία του.

Λίγο μετά, βλέπω από μακριά τις φημισμένες Καβουρότρυπες και υπόσχομαι να έρθω ξανά για μια βουτιά και ύστερα τον Αρμενιστή, με το πολύ γνωστό camping.

Θα πρέπει να σημειώσω πως στην περιοχή βρίσκεις σχεδόν σε κάθε κρυφή και απόκρυφη παραλία, τροχόσπιτα και κατασκηνωτές, που επιλέγουν το ελεύθερο κάμπινγκ, κάνοντας τις διακοπές τους πιο πρωτόγονες, μιας και τα οργανωμένα κάμπινγκ της περιοχής, προσφέρουν σχεδόν τα πάντα.

Το πράσινο κυριαρχεί δίπλα στα γαλαζοπράσινα νερά και μετά την ακτή Ζωγράφου, τον οικισμό που διαμένουν οι καθηγητές και το Καρύδι, βλέπω από τον Όρμο Παναγιάς απέναντι το νησάκι Διάπορος, έχοντας το δίλημμα να πάρω το καραβάκι και να πάω απέναντι για μια βουτιά σε κάποια από τις παραλίες του.

Παρόλα αυτά, προτιμώ να συνεχίσω το ταξίδι οδικώς για να ανακαλύψω ακόμη περισσότερη Χαλκιδική και περνώντας τα Πυργαδίκια και τον Κάμπο έχω προορισμό την Ουρανούπολη, αφού ζηλέψω πρώτα αυτούς που παίρνουν το καραβάκι για μπάνιο στην Αμμουλιανή, ένα νησάκι με νερά Καραϊβικής .

Φθάνω στην Ουρανούπολη, που τόσα είχα ακούσει , μιας και αποτελεί την τελευταία περιοχή πριν επισκεφθεί κάποιος το Άγιον Όρος. Βλέπω τον πύργο  Προσφορίου του 12ου αι. που δεσπόζει μπροστά στην άμμο και πιο πέρα τα πλοία να περιμένουν τους προσκυνητές της Αθωνικής Πολιτείας να περάσουν στη μοναστική κοινότητα. Η εμπειρία όσοι έχουν επισκεφθεί το Όρος, μοναδική. Είτε επισκέπτονται κάποια από τις μονές του, είτε κάποια από τα ασκηταριά των μοναχών, ζώντας, έστω και για λίγο την μοναχική ζωή στην κοινότητα, ζώντας την καθημερινότητα με τον τρόπο ζωής να κυλάει με άλλους ρυθμούς από την υπόλοιπη κοινωνία.

Οι επιλογές για επίσκεψη όπως στη μονή Βατοπεδίου, Σίμωνος Πέτρας, Ξενοφώντος, Μεγίστης Λαύρας, Παντοκράτορος, Εσφιγμένου ή Ιβήρων, είναι εμπειρία που καθορίζει για πολλούς ανθρώπους, ακόμη και την ίδια τους τη ζωή.

Αναχωρώ από την Ουρανούπολη, με σκοπό να επιστρέψω την επόμενη φορά για να περάσω απέναντι και εντυπωσιάζομαι από τα δύο της ξενοδοχεία, τη θέση τους και την αρχιτεκτονική τους, όπως το παλαιό Ξενία του 1963 σε σχέδια Α. Κωνσταντινίδη, καθώς και το Eagles Palace πάνω στο βράχο και πνιγμένο στο πράσινο.

Περνάω για λίγο από την Ιερισσό με τα καρνάγια της και έχοντας κατεύθυνση την Ολυμπιάδα, όπου κάθομαι για φαγητό μπροστά στην παλιά γέφυρα, που σήμερα τα παιδιά της περιοχής κάνουν τις βουτιές τους. Λίγο πριν, εντυπωσιάστηκα από τα ερείπια πάνω από τη θάλασσα στα Στάγειρα, τη Βίνα, τη Ζούγκλα, τη Γουργουρού, τη Χρυσή Αμμουδιά και κάπου εκεί να αποπνέει η περιοχή Αριστοτελισμό και μια ιδιαίτερη ενέργεια, μιας και ο μεγάλος φιλόσοφος Αριστοτέλης ήταν από εκεί.

Φεύγω προς Αρναία, ανάμεσα στο δάσος, με υλοτόμους να μαζεύουν τα ξύλα για τον χειμώνα και την πινακίδα πιο πέρα στην Βαρβάρα, με τις βελανιδιές και τις καστανιές,  να λέει για τους καταρράκτες, όπου μπορείς να κάνεις ακόμη και μπάνιο.

Μετά από αλλεπάλληλες στροφές μέσα στο δάσος μπαίνω στην Αρναία, έναν παραδοσιακό μακεδονίτικο διατηρητέο οικισμό , με σπάνια αρχιτεκτονική και αέρα που αποπνέει μια αρχοντιά. Αφού βλέπω το μεγάλο πέτρινο κτίριο του δημοτικού σχολείου στην είσοδο σχεδόν του χωριού, συνεχίζω και κατευθύνομαι προς το δημαρχείο και την εκκλησία. Το σκηνικό με τα πέτρινα σπίτια μακεδονίτικης αρχιτεκτονικής, κινηματογραφικό και ξενώνες να έχουν μεταβάλει την περιοχή σε έναν από τους πιο δημοφιλείς χειμερινούς προορισμούς στη Βόρεια Ελλάδα. Ανεβαίνω προς την πλατεία με τα μαγαζιά και χάνομαι στα ανηφορικά στενάκια της, με το λαογραφικό μουσείο στο αρχοντικό Ιατρού (Γιατράδικο) και σπίτια που μετατράπηκαν σε ιδιαίτερης αισθητικής οικίες, όπως η οικία Μήτσιου και χωρίς να πιω νερό από την πηγή της , για να με κρατήσει για πάντα εκεί, όπως λέει ο μύθος, κάθομαι για φαγητό βράδυ στην πλατεία και μετά μένω σε έναν εντυπωσιακό ξενώνα με πέτρα και ξύλο, στο αρχοντικό Χοροστάσι, εκπληκτικό πραγματικά, έχοντας θέα το μπαλκόνι μου, απέναντι ακριβώς το καμπαναριό του 1889, δίπλα στο ξενώνα Αλεξάνδρου του 1812.

Το άλλο πρωί επισκέπτομαι την εντυπωσιακή εκκλησία  του Αγ. Στεφάνου, που βρίσκεται δίπλα στην Μητρόπολη. Μετά από τη φωτιά που κατέστρεψε σχεδόν το ναό, ανακαλύφθηκαν στα θεμέλια και τρείς προγενέστεροι ναοί, με αποτέλεσμα να περπατάω μέσα στην εκκλησιά πάνω σε τζάμια, που από κάτω μου έβλεπα φωτισμένα υπολείμματα ναού και αγιογραφίες. Η αρχιτεκτονική του ναού εσωτερικά πράγματι εντυπωσιακή και αφού μπαίνω για λίγο στο κτίριο του δημαρχείου, που στέγαζε παλαιότερα την Αστική Σχολή Λιαριγκόβης του 1871 , βλέπω τον ναό των Αγίων Αναργύρων  του 1919 και περιηγούμαι λίγο πιο έξω από τον οικισμό, στο άλσος της Αγίας Παρασκευής με το αναψυκτήριο , εκεί που κάθε χρόνο γίνεται μεγάλο πανηγύρι και στο πράσινο χωριό, ένα αγροτουριστικό συγκρότημα, επιστρέφω για τη Θεσσαλονίκη με μια εμπειρία από ανεξάντλητες εικόνες από Χαλκιδική, με βουνό και θάλασσα, με εκκλησίες, μοναστήρια, τοπικά προϊόντα, όπως το μέλι , καθώς και με την πεποίθηση πλέον πως σαν την Χαλκιδική δεν έχει τελικά.  Άλλωστε η φύση δεν την προίκισε τυχαία από τα αρχαία χρόνια με χρυσό, για να λάμπει πάντα στο πέρασμα των αιώνων.

*Ο Νεκτάριος Καλαντζής είναι Οικονομολόγος, Κοινωνιολόγος, Δημοτικός Σύμβουλος του Δήμου  Παλλήνης